Η ύλη της ιστοσελίδας παρουσιάζεται παρακάτω χρονολογικά, δηλαδή κάθε χάρτης φέρει μια ημερομηνία που είναι η ημερομηνία κατά την οποία αναρτήθηκε. Έτσι, στο επάνω μέρος της ιστοσελίδας εμφανίζεται πάντοτε ο χάρτης που αναρτήθηκε πιο πρόσφατα.
Στο κάτω - κάτω μέρος της ιστοσελίδας παρουσιάζεται ο Πίνακας Γεωλογικών Χαρτών με τους χάρτες ομαδοποιημένους ανά ημερολογιακό μήνα κατά τον οποίο αναρτήθηκαν. Ο αναγνώστης θα πρέπει να "ανοίξει" αυτόν τον πίνακα κάνοντας κλικ επάνω στον μήνα που τον ενδιαφέρει, ώστε να παρουσιασθούν όλοι οι τίτλοι των γεωλογικών χαρτών.
Εναλλακτικά, ο αναγνώστης μπορεί να κάνει κλικ στο δεξιό μέρος της ιστοσελίδας, όπου οι χάρτες ομαδοποιούνται σε Θεματικές Ενότητες, με βάση την γεωγραφική περιοχή στην οποία αναφέρεται κάθε γεωλογικός χάρτης.
Ο τίτλος κάθε γεωλογικού χάρτη αναφέρεται στις συντεταγμένες Χ και Υ της κάτω αριστερής γωνίας του, στην προβολή ΕΓΣΑ, σε χιλιόμετρα. Το μέγεθος κάθε χάρτη είναι 20 χ 15 χλμ. και η κλίμακα 1:25.000. Η κατάτμηση της Ελλάδας σε φύλλα χαρτών ακολουθεί τις προδιαγραφές του ΟΚΧΕ.
Στο κάτω - κάτω μέρος της ιστοσελίδας παρουσιάζεται ο Πίνακας Γεωλογικών Χαρτών με τους χάρτες ομαδοποιημένους ανά ημερολογιακό μήνα κατά τον οποίο αναρτήθηκαν. Ο αναγνώστης θα πρέπει να "ανοίξει" αυτόν τον πίνακα κάνοντας κλικ επάνω στον μήνα που τον ενδιαφέρει, ώστε να παρουσιασθούν όλοι οι τίτλοι των γεωλογικών χαρτών.
Εναλλακτικά, ο αναγνώστης μπορεί να κάνει κλικ στο δεξιό μέρος της ιστοσελίδας, όπου οι χάρτες ομαδοποιούνται σε Θεματικές Ενότητες, με βάση την γεωγραφική περιοχή στην οποία αναφέρεται κάθε γεωλογικός χάρτης.
Ο τίτλος κάθε γεωλογικού χάρτη αναφέρεται στις συντεταγμένες Χ και Υ της κάτω αριστερής γωνίας του, στην προβολή ΕΓΣΑ, σε χιλιόμετρα. Το μέγεθος κάθε χάρτη είναι 20 χ 15 χλμ. και η κλίμακα 1:25.000. Η κατάτμηση της Ελλάδας σε φύλλα χαρτών ακολουθεί τις προδιαγραφές του ΟΚΧΕ.
Μέχρι
σήμερα (20/5/2022) έχω δημοσιεύσει 39 χάρτες, κυρίως από περιοχές της Ανατολικής και Κεντρικής Στερεάς Ελλάδας. Οι χάρτες αυτοί προέκυψαν μετά από επί τόπου γεωλογικές αναγνωρίσεις και χαρτογραφήσεις, που έγιναν με στόχο την εξέταση της γεωλογικής δομής της Ελλάδας, κάτω από το πρίσμα μοντέρνων ορογενετικών θεωριών, όπως είναι η Θεωρία της Τεκτονικής των Πλακών. Η προσπάθεια αυτή ξεκίνησε το 2001 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Αποτέλεσμα αυτής της εργασίας ήταν η ανακάλυψη ενός νέου φαινομένου, που δεν περιλαμβανόταν στην κλασσική μορφή της Θεωρίας της Τεκτονικής των Πλακών και το οποίο εξηγώ αμέσως παρακάτω:
Κατά την κλασσική θεωρία, όταν μια ωκεάνια πλάκα πλησιάζει και συγκρούεται με μια ηπειρωτική πλάκα, τότε συνήθως η ωκεάνια πλάκα βυθίζεται κάτω από την ηπειρωτική, επειδή η πρώτη αποτελείται από πυκνότερα υλικά. Το κατερχόμενο ωκεάνιο τμήμα (σύμφωνα με την αρχική θεωρία του Hess) εισχωρεί μέσα στον μανδύα και εξαφανίζεται προοδευτικά. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται Υποβύθιση (Subduction). Οι περιοχές όπου συμβαίνει αυτό το φαινόμενο ονομάζονται υποθαλάσσιες τάφροι. Το βάθος του πυθμένα της θάλασσας στις ζώνες αυτές ξεπερνά τα 4000 m. Με την υποβύθιση εισχωρούν μέσα στον μανδύα και εξαφανίζονται τόσο τα αρχικά ηφαιστειογενή πετρώματα του πυθμένα (περιδοτίτες, βασάλτες, οφιόλιθοι), όσο και τα υπερκείμενά τους αβυσσικά ιζήματα (σχιστοκερατόλιθοι). Ταυτόχρονα, όμως παραμορφώνεται και πτυχώνεται και το περιφερειακό τμήμα της ηπειρωτικής πλάκας, από την οποία μπορεί να αποσπασθούν μεγάλα τμήματα και να παρασυρθούν και να εξαφανισθούν μέσα στην υποθαλάσσια τάφρο.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, έχουμε το φαινόμενο της σύγκρουσης της ωκεάνιας πλάκας της Τηθύος (που αποτελεί την προς Βορρά προέκταση της Αφρικανικής Πλάκας) με την ηπειρωτική πλάκα της Ευρασίας. Αυτό που συνέβη, φυσικά, ήταν η υποβύθιση της πλάκας της Τηθύος κάτω από την Ευρωπαϊκή Πλάκα. Όμως, ο ωκεάνιος φλοιός δεν βυθίσθηκε μέσα στον μανδύα και δεν εξαφανίσθηκε σε μεγάλα βάθη, αλλά εισχώρησε, σχεδόν οριζόντια, κάτω από τον ηπειρωτικό φλοιό της Ευρώπης. Αυτή η κίνηση έγινε κατά την διάρκεια του Μειοκαίνου και αναπτύχθηκε σε αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων, από Βορρά προς Νότο, χωρίς να επέλθει ουσιαστική πτύχωση των δύο πλακών. Έτσι, δημιουργήθηκε, στην περιοχή της Ελλάδας, ένας σύνθετος φλοιός, ο οποίος αποτελείτο από δύο Επάλληλες Πλάκες: την κατώτερη, που αντιστοιχούσε στην ωκεάνια πλάκα της Τηθύος (Αφρικής), και την ανώτερη, που αντιστοιχούσε στην ηπειρωτική πλάκα της Ευρώπης. Το πάχος της σύνθετης αυτής πλάκας ήταν της τάξης των 10 χλμ.
Κατά το Κάτω Πλειόκαινο, λόγω ισχυρών πλευρικών πιέσεων που δημιουργήθηκαν μεταξύ Αφρικανικής και Ευρασιατικής Πλάκας, το σύνολο του φλοιού με τις δύο επάλληλες πλάκες συρρικνώθηκε και πτυχώθηκε με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τα βουνά της Ελλάδας. Η πτύχωση προκάλεσε την ανύψωση και ανάδυση στην επιφάνεια των ωκεάνιων σχηματισμών της Αφρικανικής Πλάκας, οι οποίοι εμφανίζονται σήμερα με την μορφή των γνωστών περιδοτιτών, οφιολίθων, σχιστοκερατολίθων και φλύσχη. Ταυτόχρονα, βέβαια, ανυψώθηκαν και οι ηπειρωτικοί σχηματισμοί της Ευρωπαϊκής Πλάκας (όλων των ειδών οι ασβεστόλιθοι, γρανίτες και όξινοι γνεύσιοι), που κατά κανόνα εμφανίζονται σήμερα στις κορυφές των βουνών να καλύπτουν τους ωκεάνιους σχηματισμούς.
Το παραπάνω σύνολο συμπληρώνεται από την Μολάσσα, η οποία αντιστοιχεί σε μειοκαινικούς σχηματισμούς (μάργες, ψαμμίτες και κροκαλοπαγή), που δημιουργήθηκαν κατά την ολίσθηση της Ευρωπαϊκής επί της Αφρικανικής Πλάκας. Δηλαδή η Μολάσσα αποτελεί ένα είδος τεκτονικού λατυποπαγούς, που παρεμβλήθηκε μεταξύ των δύο πλακών. Για τον λόγο αυτό, στους χάρτες, οι ασβεστολιθικοί σχηματισμοί εμφανίζονται να είναι επωθημένοι, όχι μόνο επί των ωκεάνιων σχηματισμών της Αφρικανικής Πλάκας, αλλά και επί των μειοκαινικών σχηματισμών της Μολάσσας. Το φαινόμενο αυτό έχει πολλές φορές αποδειχθεί ότι συμβαίνει, από τις υπαίθριες παρατηρήσεις μου.
Κατά την κλασσική θεωρία, όταν μια ωκεάνια πλάκα πλησιάζει και συγκρούεται με μια ηπειρωτική πλάκα, τότε συνήθως η ωκεάνια πλάκα βυθίζεται κάτω από την ηπειρωτική, επειδή η πρώτη αποτελείται από πυκνότερα υλικά. Το κατερχόμενο ωκεάνιο τμήμα (σύμφωνα με την αρχική θεωρία του Hess) εισχωρεί μέσα στον μανδύα και εξαφανίζεται προοδευτικά. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται Υποβύθιση (Subduction). Οι περιοχές όπου συμβαίνει αυτό το φαινόμενο ονομάζονται υποθαλάσσιες τάφροι. Το βάθος του πυθμένα της θάλασσας στις ζώνες αυτές ξεπερνά τα 4000 m. Με την υποβύθιση εισχωρούν μέσα στον μανδύα και εξαφανίζονται τόσο τα αρχικά ηφαιστειογενή πετρώματα του πυθμένα (περιδοτίτες, βασάλτες, οφιόλιθοι), όσο και τα υπερκείμενά τους αβυσσικά ιζήματα (σχιστοκερατόλιθοι). Ταυτόχρονα, όμως παραμορφώνεται και πτυχώνεται και το περιφερειακό τμήμα της ηπειρωτικής πλάκας, από την οποία μπορεί να αποσπασθούν μεγάλα τμήματα και να παρασυρθούν και να εξαφανισθούν μέσα στην υποθαλάσσια τάφρο.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, έχουμε το φαινόμενο της σύγκρουσης της ωκεάνιας πλάκας της Τηθύος (που αποτελεί την προς Βορρά προέκταση της Αφρικανικής Πλάκας) με την ηπειρωτική πλάκα της Ευρασίας. Αυτό που συνέβη, φυσικά, ήταν η υποβύθιση της πλάκας της Τηθύος κάτω από την Ευρωπαϊκή Πλάκα. Όμως, ο ωκεάνιος φλοιός δεν βυθίσθηκε μέσα στον μανδύα και δεν εξαφανίσθηκε σε μεγάλα βάθη, αλλά εισχώρησε, σχεδόν οριζόντια, κάτω από τον ηπειρωτικό φλοιό της Ευρώπης. Αυτή η κίνηση έγινε κατά την διάρκεια του Μειοκαίνου και αναπτύχθηκε σε αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων, από Βορρά προς Νότο, χωρίς να επέλθει ουσιαστική πτύχωση των δύο πλακών. Έτσι, δημιουργήθηκε, στην περιοχή της Ελλάδας, ένας σύνθετος φλοιός, ο οποίος αποτελείτο από δύο Επάλληλες Πλάκες: την κατώτερη, που αντιστοιχούσε στην ωκεάνια πλάκα της Τηθύος (Αφρικής), και την ανώτερη, που αντιστοιχούσε στην ηπειρωτική πλάκα της Ευρώπης. Το πάχος της σύνθετης αυτής πλάκας ήταν της τάξης των 10 χλμ.
Κατά το Κάτω Πλειόκαινο, λόγω ισχυρών πλευρικών πιέσεων που δημιουργήθηκαν μεταξύ Αφρικανικής και Ευρασιατικής Πλάκας, το σύνολο του φλοιού με τις δύο επάλληλες πλάκες συρρικνώθηκε και πτυχώθηκε με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τα βουνά της Ελλάδας. Η πτύχωση προκάλεσε την ανύψωση και ανάδυση στην επιφάνεια των ωκεάνιων σχηματισμών της Αφρικανικής Πλάκας, οι οποίοι εμφανίζονται σήμερα με την μορφή των γνωστών περιδοτιτών, οφιολίθων, σχιστοκερατολίθων και φλύσχη. Ταυτόχρονα, βέβαια, ανυψώθηκαν και οι ηπειρωτικοί σχηματισμοί της Ευρωπαϊκής Πλάκας (όλων των ειδών οι ασβεστόλιθοι, γρανίτες και όξινοι γνεύσιοι), που κατά κανόνα εμφανίζονται σήμερα στις κορυφές των βουνών να καλύπτουν τους ωκεάνιους σχηματισμούς.
Το παραπάνω σύνολο συμπληρώνεται από την Μολάσσα, η οποία αντιστοιχεί σε μειοκαινικούς σχηματισμούς (μάργες, ψαμμίτες και κροκαλοπαγή), που δημιουργήθηκαν κατά την ολίσθηση της Ευρωπαϊκής επί της Αφρικανικής Πλάκας. Δηλαδή η Μολάσσα αποτελεί ένα είδος τεκτονικού λατυποπαγούς, που παρεμβλήθηκε μεταξύ των δύο πλακών. Για τον λόγο αυτό, στους χάρτες, οι ασβεστολιθικοί σχηματισμοί εμφανίζονται να είναι επωθημένοι, όχι μόνο επί των ωκεάνιων σχηματισμών της Αφρικανικής Πλάκας, αλλά και επί των μειοκαινικών σχηματισμών της Μολάσσας. Το φαινόμενο αυτό έχει πολλές φορές αποδειχθεί ότι συμβαίνει, από τις υπαίθριες παρατηρήσεις μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου